- εγγάστρι
- το , εγγάστριά η беременность
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
εγγάστρι — το (Μ ἐγγάστριον και ἐγγάστριν) γγάστρι … Dictionary of Greek
Minuscule 543 (Gregory-Aland) — New Testament manuscripts papyri • uncials • minuscules • lectionaries Minuscule 543 … Wikipedia
μειλιχόμυθος — μειλιχόμυθος, ον (Α) αυτός που μιλά με μειλίχιο, ήρεμο τρόπο, ο γλυκομίλητος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μείλιχος + μῦθος «λόγος» (πρβλ. αληθό μυθος, εγγαστρί μυθος)] … Dictionary of Greek